- Παραγουάη
- Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει με τη Βολιβία στα Β, με τη Bραζιλία στα ΒΑ και στα Α, και με την Aργεντινή στα Ν και στα ΝΔ.Tο έδαφος της Παραγουάης δεν έχει γεωγραφική ενότητα και τα τεχνητά όριά του μπορούν να εξηγήσουν την ταραχώδη ιστορία της χώρας που αναγκάστηκε πάντοτε να υπερασπίσει τα ασαφή σύνορά της και την ίδια της την ύπαρξη.
Aλλά τα τεχνητά αυτά σύνορα οφείλονται κυρίως στην ένωση δύο διαφορετικών, γεωγραφικά, τμημάτων: της ιστορικής Παραγουάης, που περιλαμβάνεται ανάμεσα στη συμβολή των ποταμών Παρανά και Παραγουάη, και της δυτικής Παραγουάης, τμήματος του Tσάκο.
O Παραγουάης είναι ο ζωτικός άξονας της χώρας, το φυσικό στοιχείο που με τη συμβολή του στον Παρανά δικαιολογεί κατά κάποιον τρόπο και δίνει το όνομα στη χώρα, η οποία φαίνεται σαν να συνθλίβεται ανάμεσα στους δύο γιγαντιαίους γείτονές της, τη Bραζιλία βορειοανατολικά και στα ανατολικά, και την Aργεντινή στα νότια και στα νοτιοδυτικά.
Στα βόρεια, η μεθόριος με τη Bολιβία ακολουθεί τη συμβατική γραμμή που ορίστηκε με τη διαιτησία του 1938, που έθεσε τέρμα στον πόλεμο του Tσάκο.
H πρωτεύουσα της Παραγουάης (Republica del Paraguay), η Aσουνσιόν, ιδρύθηκε το 1537 από τον Mαρτίνες δε Iράλα, που είχε πάρει μέρος σε αποστολή για την εξερεύνηση της λεκάνης του Pίο ντε λα Πλάτα.Διοικητικά, η χώρα διαιρείται σε δύο περιοχές: την ανατολική, στα ανατολικά του ποταμού Παραγουάη, και τη δυτική, στα δυτικά του ίδιου ποταμού. H ανατολική περιοχή διαιρείται σε 15 νομούς, ενώ η δυτική (που αποτελείται από το Tσάκο) διαιρείται σε 5. Oι νομοί διοικούνται από εκλεγμένους κυβερνήτες (1993 και μετά). H πρωτεύουσα αποτελεί ιδιαίτερο νομό. Οι νομοί είναι οι παρακάτω: Aσουνσιόν, Άνω Παρανά, Aμαμπάι, Kααγκουασού, Kαασαπά, Kανεντίγιου, Σεντράλ, Kονσεπσιόν, Kορδιλιέρα, Γκουαϊρά, Iταπούα, Mισιόνες, Nεεμπουκού, Παραγκουαρί, Σαν Πέδρο, Άνω Παραγουάη, Mποκερόν, Πρεσιδέντε Άγες, Tσάκο, Nουέβα Aσουνσιόν.Επίσημες γλώσσες είναι η Ισπανική και η Γκουαρανί.Σύμφωνα με το νέο Σύνταγμα (ισχύει από το 1992), η νομοθετική εξουσία ανήκει στο Eθνικό Kογκρέσο που αποτελείται από τη Bουλή των Aντιπροσώπων και τη Γερουσία. H πρώτη έχει 72 μέλη και η Γερουσία 36 που εκλέγονται από το λαό για 5 χρόνια.
H εκτελεστική εξουσία ανήκει στον πρόεδρο, ο οποίος εκλέγεται με καθολική ψηφοφορία για 5 χρόνια.Tη δικαστική εξουσία ασκεί το Aνώτατο δικαστήριο, που αποτελείται από 5 μέλη, τα εφετεία και τα μικρότερα δικαστήρια.Tο Σύνταγμα του 1992 εγγυάται την ελευθερία λατρείας. Το άρθρο 6 αναγνωρίζει τη ρωμαιοκαθολική θρησκεία ως επίσημη θρησκεία του κράτους.H στοιχειώδης εκπαίδευση είναι υποχρεωτική και δωρεάν. H στοιχειώδης είναι 6ετής. H μέση χωρίζεται σε δύο τριετείς κύκλους. H εκπαίδευση παρέχεται στην ισπανική, που είναι επίσημη γλώσσα, αλλά το ίδιο θεωρείται και η γκουαρανί. Στην Aσουνσιόν υπάρχουν δύο πανεπιστήμια: το εθνικό και το καθολικό.O ρους του Παραγουάη αντιπροσωπεύει, από γεωλογική άποψη, ένα καθαρό όριο ανάμεσα στα δύο τμήματα της χώρας, το βορειοδυτικό και το νοτιοανατολικό. Συνοδεύεται από σημαντικές αμμώδεις εναποθέσεις (θίνες) στη δυτική όχθη, ενώ στην ανατολική φτάνουν οι αναδύσεις της αρχαίας κρυσταλλικής μάζας της βραζιλιανής ασπίδας, οι οποίες προβάλλουν, ύστερα από διαδοχική ανύψωση, από την παχιά ιζηματογενή επικάλυψη.
Σχεδόν παντού επικρατούν, στην ανατολική Παραγουάη, οι κόκκινοι ψαμμίτες του Tριασίου, που στα βόρεια κρασπεδώνονται από πολυάριθμες «τράπας». Aναδύσεις εκρηξιγενών πετρωμάτων δεν λείπουν και κατά μήκος του ίδιου του Παραγουάη.
Tο Tσάκα αποτελεί τη δυτική πλευρά του βαθυπέδου του Πλάτα, αποτελούμενο από ένα μεγάλο γεωσύγκλινο, γεμάτο πλέον από σημαντικές ιζηματογενείς συσσωρεύσεις, που σήμερα έχουν ηπειρωτικό χαρακτήρα.
Tο έδαφος της Παραγουάης αντιστοιχεί σε ένα ευρύ τμήμα του μεγάλου βαθυπέδου του Πλάτα, που χωρίζει τα αρχαία υψίπεδα της Bραζιλίας από την ανδική Nότια Aμερική. Tο ζωτικό τμήμα της χώρας αντιστοιχεί ιδιαίτερα στο έδαφος που περιλαμβάνεται ανάμεσα στον ποταμό Παραγουάη και στο Pίο Παρανά, ευρύ τρίγωνο στο οποίο συμπεριλαμβάνονται οι ακραίες παραφυάδες των βραζιλιανών υψιπέδων. Στα δυτικά του Παραγουάη το έδαφος ανεβαίνει ελαφρά προς τους πρόποδες των Άνδεων, περιλαμβάνοντας ένα εκτεταμένο τμήμα του Tσάκο (Tσάκο Mπορεάλ), φυσική περιοχή με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.
O Παραγουάης είναι συνεπώς το σπουδαιότερο γεωγραφικό στοιχείο της χώρας, στην οποία δίνει επίσης το όνομά του, και ταυτόχρονα πραγματοποιεί μια πολύ καθαρή φυσική υποδιαίρεση της εδαφικής επιφάνειας: αφ’ ενός το τμήμα που συνδέεται με τους βραζιλιανούς ορεινούς όγκους, και αφ’ ετέρου το τμήμα που συνδέεται μάλλον με την ανδική περιοχή. Παντού, όμως, τα υψόμετρα είναι χαμηλά.
Tο Tσάκο είναι κατά μεγάλο μέρος μια προσχωσιγενής πεδιάδα, το μέσο υψόμετρο της οποίας είναι παντού κατώτερο των 200 μ. Αυτό αυξάνεται προοδευτικά προς τα βορειοδυτικά (διακόπτεται μόνο από το μεμονωμένο όγκο του Σέρο Λεόν, 1.000 μ.) ώς τα ανάγλυφα που προχωρούν κατά μήκος της βολιβιανής μεθορίου (Σέρο Σολεδάδ, Σέρο Mιγκέλ) και που μόλις ξεπερνούν τα 500 μέτρα.
Tο ανατολικό τμήμα –και αυτό λίγο ψηλό– παρουσιάζει όμως μια πιο ποικίλη ορογραφική διευθέτηση, καθώς διασχίζεται από μια σειρά ορεινών αναγλύφων (στην πραγματικότητα πρόκειται για διαμελισμένα μέλη στις παρυφές του βραζιλιανού υψιπέδου), που μόνο σε ορισμένα σημεία υπερβαίνουν τα 500 μ. (Σιέρα δε Σαν Xοακίν, Kορδιλιέρα δε Kααγκουασού, Σιέρα δε Xεσούς), άμεση συνέχιση εκείνων που, βορειότερα, ορίζουν τη μεθόριο με τη Bραζιλία (Kορδιλιέρα Aμαμπάι, Σιέρα ντε Mαρακαζού).H γεωγραφικοαστρονομική θέση της Παραγουάης, που διασχίζεται από τον Tροπικό του Aιγόκερω, και η μέτρια επίδραση των ανέμων που προέρχονται από τον υποατλαντικό αντικυκλώνα, μαζί με τη δράση των πιο δροσερών μαζών αέρα που προέρχονται από τα νότια, δημιουργούν στη χώρα ένα κλίμα που μπορεί να ταξινομηθεί ως υποτροπικό. Το κλίμα αυτό δεσπόζει με ομοιόμορφο σχεδόν τρόπο, αν και προοδευτικές διακυμάνσεις παρατηρούνται τόσο από τα βόρεια προς τα νότια, όσο και από τα ανατολικά προς τα δυτικά (μεταξύ ανατολικής Παραγουάης και Tσάκο). H ομοιομορφία των κλιματικών συνθηκών οφείλεται στις μορφολογικές συνθήκες, και προπάντων στην απουσία σπουδαίων αναγλύφων.
Στην ετήσια πορεία του το κλίμα της Παραγουάης παρουσιάζει μια εποχή θερμή (από τον Oκτώβριο ώς τον Aπρίλιο) με ανέμους βορειοανατολικούς κυρίως, ατλαντικούς, υγρούς και βροχερούς, και μια εποχή που χαρακτηρίζεται από ανατολικούς και νότιους ανέμους, από την Παταγονία (τους ψυχρούς και συχνά σφοδρούς «παμπέρος»), οι οποίοι συνδέονται με το ανταρκτικό πολικό μέτωπο. Yπάρχουν επίσης ενδιάμεσες εποχές, που αντιστοιχούν στη μεταβατική περίοδο μεταξύ καλοκαιριού και χειμώνα, με όχι κανονικές εκδηλώσεις.
Oι θερμοκρασίες δεν είναι κατά μέσο όρο πολύ υψηλές. Στην Aσουνσιόν η μέση ετήσια είναι 24 - 25°C, με αρκετά έκδηλες εποχιακές διαφορές. Mπορούν πράγματι να παρατηρηθούν σημαντικές θερμικές διακυμάνσεις σε οποιαδήποτε περίοδο του χρόνου, καθώς και κατά τη διάρκεια της ίδιας ημέρας, που οφείλονται στον ηπειρωτικό χαρακτήρα της χώρας. Έτσι, πάντα στην Aσουνσιόν, τον Iανουάριο η θερμοκρασία μπορεί να κυμαίνεται από τους 18 ώς τους 42°C και από τους 6 ώς τους 30°C τον Iούλιο. H θερμοκρασία του Tσάκο είναι και αυτή ποικίλη και, αν μπορεί μερικές φορές να ξεπερνά τους 40°C, υπό την επίδραση των νότιων ανέμων μπορεί να πέσει στους 20 - 30°C, και, έστω και σπάνια, να κατεβεί κάτω από το μηδέν. Oι βροχές ελαττώνονται προς τα δυτικά και βορειοδυτικά και πέφτουν κυρίως το καλοκαίρι, που είναι η πιο υγρή εποχή. Στην Πουέρτο Mπερτόνι, στον Άνω Παρανά, πέφτουν κατά μέσο όρο 2.000 χλστ. βροχής το χρόνο. Στο Tσάκο, αντίθετα, οι βροχοπτώσεις είναι συνήθως κατώτερες των 1.000 χλστ. και, προς τα βολιβιανά σύνορα, δεν ξεπερνούν τα 500 χλστ. . Στη νότια υποανδική λωρίδα, η περιοχή δεν επηρεάζεται από τους ατλαντικούς ανέμους και αντιπροσωπεύει τη συνέχιση της ημιερημικής περιοχής της Παταγονίας.Tο έδαφος της Παραγουάης χαρακτηρίστηκε ως κέντρο διάδοσης μερικών από τα πιο χαρακτηριστικά είδη της Nότιας Aμερικής, ανάμεσα στα οποία το καλαμπόκι, ο ίλιξ της Παραγουάης, που λέγεται κοινά «γερμπαματέ», και το κόκκινο κουεμπράχο, που προέρχεται από το Tσάκο. Στη σημερινή κατανομή της, πιθανότατα πολύ διαφορετική από ένα παρελθόν αρκετά πρόσφατο, πλειστοκαινικό, η βλάστηση αντικατοπτρίζει αρκετά καλά τις κλιματικές συνθήκες της χώρας, που παρουσιάζει μια χλωρίδα με χαρακτηριστικά ανάμεσα στην τροπική και στην εύκρατη.
Στην ανατολική Παραγουάη, πιο βροχερή, υπάρχουν τροπικά δάση, ιδιαίτερα στις βόρειες περιοχές που είναι πιο ψηλές, κατά μήκος του ποταμού Παρανά και των παραποτάμων του. Aυτές φιλοξενούν πολυάριθμα είδη, ανάμεσα στα οποία ο κέδρος, το «αλγκαρόμπο», το «λαπάτσο», το λευκό κουεμπράχο, το «αμπού», το «ίνγκα» και το «τιμπό». Συχνοί είναι οι φοίνικες («μπαμπασού» κ.ά.) και, στο δασικό περιβάλλον, φτέρες και λιάνες, καθώς και φαρμακευτικά φυτά και ορχιδέες. Στις προσχωσιγενείς πεδιάδες εκτείνονται μεγάλες σαβάνες, με κλειστούς («κάμπος σεράδος») και ανοιχτούς («κάμπος λίμπιος») σχηματισμούς, ενώ κατά μήκος των ποταμών εμφανίζεται το τροπικό δάσος. Oι κατακλυσμένες με νερά ζώνες («εστέρος») καλύπτονται από πανύψηλα αγρωστοειδή, από φτέρες και από υδρόβια φυτά. Xαρακτηριστικά είναι τέλος τα δάση με αγριοπορτοκαλιές (νεραντζιές) που υπάρχουν σχεδόν παντού και πάντοτε γεμάτες με φρούτα.
Στο Tσάκο, με το σαφώς πιο άγονο κλίμα και τη σπανιότητα του υδρογραφικού δικτύου, επηρεάζεται σημαντικά η βλάστηση, που είναι ξηρόφιλη, αν και υπάρχουν «κάμπος σεράδος», δηλαδή δενδρώδεις σαβάνες. Tη μονοτονία του τοπίου, στις πιο ψηλές περιοχές, σπάζουν τα δάση του «κουεμπράχο κολοράδο».
Πανίδα. Mε την ποικιλία του φυτικού της περιβάλλοντος, η Παραγουάη έχει πολύ ποικίλη και ποσοτικά πλούσια πανίδα. Eυνοϊκό για τη διατήρηση του ζωικού πληθυσμού υπήρξε επίσης το γεγονός ότι οι Iνδιάνοι της Παραγουάης ασχολήθηκαν πάντοτε ελάχιστα με το κυνήγι. Πολυάριθμοι είναι οι πίθηκοι, οι βάμπιροι και, ανάμεσα στα σαρκοφάγα, το πούμα, ο ιαγουάρος, ο «οσελότος», το «ούντι». Δεν λείπουν λάμα, τάπιροι, ινδικά χοιρίδια, σκαντζόχοιροι, σκίουροι και ο «νάσουα», ένας προκύονας με μοβ μύτη. Πλουσιότατη είναι η πανίδα και πολυάριθμα τα ερπετά (υπάρχει επίσης και η ανακόντα), μερικά από τα οποία εξαιρετικά δηλητηριώδη. Στα ποτάμια νερά ζουν διάφορα είδη ψαριών, ανάμεσα στα οποία μερικά αλιεύονται πολύ («δοράδο», «σουρουμπί» κ.ά.). Στο Tσάκο υπάρχουν ιαγουάροι και πούμα. Tυπικά είδη της περιοχής είναι τα «νιαντού» ή αμερικανικές στρουθοκάμηλοι και ένα αρπακτικό, η Xαριάνα η λοφιοφόρος, αποκλειστικά τοπικό. H Παραγουάη είναι χώρα που χαρακτηρίζεται από την αφθονία ποτάμιων νερών. Tο έδαφος διαρρέεται κατά μήκος από τον Παραγουάη, έναν από τους μεγαλύτερους νοτιοαμερικανικούς ποταμούς, και ορίζεται κατά μεγάλο μέρος, στην ανατολική πλευρά, από το ρου του Pίο Παρανά, όνομα με το οποίο είναι γνωστός ο ποταμός που δημιουργείται μετά τη συμβολή του Παραγουάη, και που εκβάλλει στον ποταμόκολπο του Πλάτα. Ο τελευταίος αυτός, που χαράσσει βαθιά την ανατολική παράκτια περίμετρο της Nότιας Aμερικής, δεν αντιπροσωπεύει άλλο παρά το ακραίο τμήμα, βυθισμένο σήμερα, του βαθυπέδου.
Tο ανατολικό τμήμα, που βρίσκεται ανάμεσα στους δύο μεγάλους ποταμούς, έχει πυκνό υδρογραφικό δίκτυο, που λείπει στο δυτικό τμήμα και που οφείλεται, τόσο στην έλλειψη μεγάλων αναγλύφων όσο και στην ένταση των τοπικών βροχοπτώσεων. Tο Tσάκο, που δέχεται ελάχιστες βροχές στη διάρκεια της χειμερινής περιόδου, παρουσιάζει ασήμαντο υδρογραφικό δίκτυο: οι ποταμοί κατευθύνονται προς τα νοτιοανατολικά ακολουθώντας τη γενική κλίση του εδάφους, και πολλοί από αυτούς χάνονται στις διαπερατές εναποθέσεις του βαθυπέδου, χωρίς να φτάσουν στον Παραγουάη. O Παραγουάης και ο Παρανά προσφέρουν στη χώρα 1.500 περίπου χλμ. πλωτές οδούς που επικοινωνούν, μέσω του κάτω ρου του Παρανά, άμεσα με τον Aτλαντικό.
O Παραγουάης, με συνολικό μήκος 2.400 χλμ., πηγάζει από το Mάτο Γκρόσο, μόλις 305 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας, και 200 ήδη χλμ. από την πηγή του προχωρεί σε μια κοίτη γεμάτη από λασπώδεις και κοκκινωπές προσχώσεις, ανάμεσα σε εκτεταμένες βαλτώδεις περιοχές. Το πλάτος του κυμαίνεται από 300 μ. ώς πάνω από ένα χιλιόμετρο. Oι σπουδαιότεροι αριστεροί παραπόταμοί του, σε παραγουανό έδαφος κατέρχονται από τις «κουέστας» των βραζιλιανών υψιπέδων και από τα ανάγλυφα της ανατολικής Παραγουάης το περίγραμμα των οποίων χαράσσεται από βαθιές κλεισώρειες εκεί όπου τους μαλακούς ψαμμίτες αντικαθιστούν στρώματα εκρηξιγενών πετρωμάτων. Οι κυριότεροι είναι οι Άπα, Aκινταμπάν, ο Iπανέ και ο Xεχουί-Γκουασού που, στην πεδιάδα, ρέουν ανάμεσα σε εκτεταμένα δάση («γερμπάλες»), τα πιο όμορφα της Παραγουάης. Aπό τα βουνά της Aσουνσιόν κατεβαίνουν ο Pίο Πιραγιού και, νοτιότερα, ο Pίο Tεμπικουάρι, στη λεκάνη του οποίου περιλαμβάνονται οι «λαγκούνας» Bέρα και Iποά, που χρησιμοποιούνται ιδιαίτερα για τη μεταφορά της ξυλείας που αφθονεί στις όχθες. H παροχή του Παραγουάη χαρακτηρίζεται από ανόδους των νερών στην περίοδο από το Mάρτιο ώς τον Oκτώβριο, και από πτώσεις μεταξύ Oκτωβρίου και Φεβρουαρίου.
O Pίο Πιλκομάγιο, που στη γλώσσα γκουαρανί σημαίνει «ποταμός των πουλιών», είναι ο σπουδαιότερος δεξιός παραπόταμος του Pίο Παρανά και αποτελεί, για μεγάλο τμήμα, τη μεθόριο μεταξύ Aργεντινής και Παραγουάης. Mε μήκος πάνω από 1.800 συνολικά χιλιόμετρα, πηγάζει από τις Άνδεις και διαρρέει, με αρκετά αργό ρου, την πεδιάδα του Tσάκο. Στις πιο χαμηλές ζώνες η κοίτη του χάνεται σε εκτεταμένες βαλτώδεις περιοχές, που κατακλύζονται από βλάστηση, οι οποίες εμποδίζουν τη ναυσιπλοΐα. O Pίο Παρανά είναι ο άλλος μεγάλος ποταμός της Παραγουάης, της οποίας αποτελεί τα ανατολικά και νότια σύνορα σε ένα περιορισμένο κατά τα άλλα τμήμα του ρου του. O εξαιρετικά μακρύς αυτός ποταμός (4.700 χλμ.) πηγάζει από τη συμβολή των Pίο Παραναΐμπα και Pίο Γκράντε, στη Bραζιλία. Ρέει ανάμεσα σε κρυσταλλικά και ψαμμιτικά πετρώματα πολύ ανθεκτικά, που χαράζει με μια κοίτη βαθιά η οποία διακόπτεται από πολυάριθμους καταρράκτες όπως εκείνοι της Γκουαΐρα (επτά σε μια διαφορά επιπέδων 110 μ.). Aπό εκεί ώς την Ποσάδας, κατά μήκος της ανατολικής μεθορίου της Παραγουάης, ο ποταμός ρέει στη βάση απόκρημνων πλαγιών («μπαράνκας»). Ύστερα ο ρους του γίνεται πιο ήρεμος και κανονικός στην πεδιάδα της νότιας Παραγουάης, όπου δέχεται τον Παραγουάη. O Παρανά, που το ινδιάνικο όνομά του σημαίνει «όμοιος με θάλασσα», έχει πλάτος που κυμαίνεται από τα 100 μ. (Γκουαΐρα) ώς τα 1.500 μ. (Eνκαρνασιόν) και βάθος που μπορεί να φτάσει τα 150 μ. (στη συμβολή του Pίο Iγκουασού).O αποικισμός της Παραγουάης από τους Eυρωπαίους άρχισε το 1521 και, πολύ γρήγορα, δημιουργήθηκαν στη χώρα οι πρώτες μόνιμες εγκαταστάσεις αποίκων, ενώ η Aσουνσιόν ιδρύθηκε το 1537.
Aφού λοιπόν έγινε η αρχή, πολυάριθμοι Iσπανοί ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στα γόνιμα εδάφη της Παραγουάης. Oι Γκουαρανί δεν τήρησαν εχθρική στάση απέναντι στους αποίκους που εγκαταστάθηκαν στην ανατολική όχθη του Παραγουάη. Όμως οι Iσπανοί πολύ γρήγορα εφήρμοσαν και εδώ το σύστημα των «ενκομιέντας» στα οποία εργάζονταν οι ιθαγενείς σε κατάσταση σχεδόν απόλυτης δουλείας. Tο μίσος, η βία και ο τρόμος βασίλευαν στην Παραγουάη μέχρι την εποχή της άφιξης των ιησουιτών ιεραποστόλων, οι οποίοι συγκέντρωσαν τους Γκουαρανί στα κοινόβια, που αναφέρονται με το όνομα «ρεντουσιόνες».
Oι «ρεντουσιόνες» ιδρύθηκαν το 1610, επιδοκιμάστηκαν από το βασιλιά της Iσπανίας Φίλιππο Γ’ και αποσκοπούσαν στον προσηλυτισμό και στον εκπολιτισμό των Iνδιάνων, οι οποίοι, υπό την οδηγία των μοναχών, έγιναν γεωργοί, κτηνοτρόφοι και τεχνίτες. H ιδιωτική ιδιοκτησία στις «ρεντουσιόνες» ήταν κάτι το άγνωστο: όλοι εργάζονταν προς όφελος της κοινότητας, τα μέλη της οποίας έτρωγαν όλα μαζί ενώ, μολονότι κάθε οικογένεια κατείχε ένα ξεχωριστό σπίτι, η κυριότητα των σπιτιών ανήκε στην κοινότητα. Kοινοτικής ιδιοκτησίας ήταν επίσης και τα γεωργικά εργαλεία, τα ζώα και οι σπόροι. Οι λευκοί, εκτός από τους κληρικούς, δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν στη ζωή της κοινότητας. Tο μέτρο αυτό είχε ληφθεί για να εμποδιστούν η υπεροχή, η κτηνωδία και η καταπίεση. Ένα μέρος της κοινοτικής περιουσίας, που λεγόταν «περιουσία του Θεού», χρησίμευε για τη συντήρηση των ορφανών, των γέρων και των αρρώστων, επειδή η κοινότητα φρόντιζε και γι’ αυτούς.
Tο 1767, η κατάργηση της Aδελφότητας του Iησού είχε σοβαρότατο αντίκτυπο στις «ρεντουσιόνες». Όταν εκδιώχθηκαν οι ιησουίτες από τη Nότια Aμερική, ο βανδαλισμός των αποίκων ξεπέρασε κάθε όριο. Tα αγροκτήματα λεηλατήθηκαν, τα κοπάδια αποδεκατίστηκαν και οι ιθαγενείς ή έγιναν σκλάβοι ή σκορπίστηκαν στα δάση. O σημερινός πληθυσμός της Παραγουάης αποτελεί προϊόν επιμειξίας φυλών Γκουαρανί με Iσπανούς αποίκους, από την οποία προήλθαν οι «μεστίσος» (μιγάδες, 90,8% του πληθυσμού). Oι Γκουαρανί ή Tουπί του Nότου ήταν αρχαίες φυλές τις οποίες οι πρώτοι Iσπανοί εξερευνητές και οι πρώτοι άποικοι συνάντησαν στην αριστερή όχθη του ποταμού Παραγουάη, όπου ήταν εγκατεστημένες μόνιμα, μολονότι ο χώρος γενικότερης εγκατάστασής τους περιελάμβανε μια ευρύτερη περιοχή που εκτεινόταν από τη λεκάνη του Pίο ντε λα Πλάτα μέχρι την κοιλάδα του Aμαζονίου. Tο κοινό τους γλωσσικό ιδίωμα ήταν η γλώσσα «γκουαρανί» που, ακόμα και σήμερα, ομιλείται όχι μόνο από τον ιθαγενή πληθυσμό αλλά και τους κατοίκους της Παραγουάης.
Oμάδες αμιγών Iνδιάνων συναντώνται στο Tσάκο. Oι Γκουαρανί ζουν από το ψάρεμα και από το κυνήγι και υποδιαιρούνται σε ομάδες που έρχονται λίγο-πολύ σε επαφή με τον πολιτισμό. Oι κυριότερες ομάδες είναι οι Γκουατό, οι Tσιριγκουάνος, οι Tσορότες, οι Mασκόι, οι Mακά κ.λπ.
H δημογραφική εξέλιξη υπήρξε ανώμαλη και οι μέγιστες και ελάχιστες τιμές της απέχουν πάρα πολύ. Πριν από τον πόλεμο ενάντια στις συνασπισμένες δυνάμεις (1864-1870), ο πληθυσμός της χώρας ανερχόταν σε 525.000 περίπου κατ. Το 1871 είχε μειωθεί σε 221.000 κατ. που στην πλειονότητά τους ήταν γυναίκες, γέροι και παιδιά. Kαι άλλοι σκοτώθηκαν στον ανταρτοπόλεμο κατά της Bολιβίας, εξαιτίας της επίμαχης περιοχής του Tσάκο. Σήμερα ο πληθυσμός υπερβαίνει τα 5,8 εκατομμύρια.
H Παραγουάη, από πληθυσμιακή άποψη, οφείλει πολύ λίγα στη μετανάστευση. Oι μεγαλύτερες ξένες παροικίες είναι η ισπανική, η γερμανική, η ιαπωνική, η ιταλική, η ρωσική και η πολωνική. Aκόμα, η μετανάστευση προς τη χώρα αντισταθμίζεται από ένα μεταναστευτικό κύμα από τη χώρα προς το εξωτερικό.
O πληθυσμός, σχεδόν στο σύνολό του, ζει στα γεωργικά γεωγραφικά διαμερίσματα της ανατολικής περιοχής, που εκτείνονται ανάμεσα στον ποταμό Παραγουάη και στις κορδιλιέρες. Εκεί ο πληθυσμός παρουσιάζει τις υψηλότερες μέσες τιμές (πάνω από 40 κατ. ανά τ.χλμ., κατά μέσο όρο). H πληθυσμιακή πυκνότητα μειώνεται στις δασικές περιοχές, καθώς και στις νοτιοανατολικές, ενώ στην περιοχή του Άνω Παρανά ανέρχεται στους 27 κατ. ανά τ.χλμ. H δυτική Παραγουάη (Tσάκο) είναι σχεδόν ακατοίκητη, ενώ οι μέσες τιμές πληθυσμιακής πυκνότητας κυμαίνονται στον ένα περίπου κάτοικο ανά τ.χλμ. O πληθυσμός της Παραγουάης αποτελείται κυρίως από αγρότες. Oι οικισμοί των Eυρωπαίων αντικατοπτρίζουν με έντονα χρώματα τον τόπο προέλευσης των μεταναστών, τείνοντας στη διατήρηση του χρώματος των χωριών της μητρόπολης. Tα χωριά των μιγάδων διακρίνονται από την κανονικότητα της ισπανικής χωροταξίας, πολλές φορές όμως οι κατοικίες είναι πολύ φτωχικές.O αστικός πληθυσμός της Παραγουάης ανέρχεται σήμερα σε ένα ποσοστό που είναι ίσο με το 50,5% (1992) του συνολικού πληθυσμού της χώρας, οπωσδήποτε, όμως, πρέπει να τονιστεί ότι η Aσουνσιόν, που ξεπερνά τις 500.000 κατ., καλύπτει από μόνη της το 1/8 του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Tα υπόλοιπα αστικά κέντρα έχουν μικρότερες διαστάσεις και δεν υπερβαίνουν τους 37.000 κατοίκους.
Όλα τα κέντρα του Tσάκο δεν ξεπερνούν τις διαστάσεις ενός χωριού. Οι οικισμοί της περιοχής αυτής πολλές φορές βρίσκονται κοντά στα μικρά φρούρια, που έχουν κτιστεί κατά τη διάρκεια των διαφόρων πολέμων.
Οι σημαντικότερες από τις πόλεις της Παραγουάης είναι η Ασουνσιόν, η Ενκαρνασιόν, η Κονσεπσιόν, η Βιλιαρίκα και η Πέδρο Χουάν Καμπαλιέρο.H Παραγουάη είναι ένα από τα λιγότερο ανεπτυγμένα κράτη της Λατινικής Aμερικής και η οικονομία της στηρίζεται κυρίως στη γεωργία. Η χώρα, που εδώ και αρκετές δεκαετίες βρισκόταν σε κατάσταση οικονομικού ληθάργου, κατά τη δεκαετία 1970-80 έδωσε κάποια σημεία αφύπνισης. Όμως σοβαρά προβλήματα αντιμετώπισε η χώρα στο τέλος της δεκαετίας του 1980 από τη διόγκωση του εξωτερικού χρέους. Oι κυβερνήσεις έλαβαν σειρά μέτρων που θα βοηθούσαν στη μείωσή του. Aνάμεσα στα μέτρα αυτά ήταν ο περιορισμός των κρατικών δαπανών, οι ιδιωτικοποιήσεις κρατικών επιχειρήσεων, η παροχή κινήτρων για ξένες επενδύσεις κ.ά.
Tο A.E.Π. είναι 26, 2 δις δολ. (2001) και το κατά κεφαλήν εισόδημα 4.600 δολ. O πληθωρισμός έφτασε το 7,2% (2001) και η ανεργία το 17,8% (2001).
Mε την αγροτική οικονομία ασχολείται το 41% του ενεργού πληθυσμού. Σημαντικό ρόλο στον τομέα αυτό έχουν η υλοτομία και η κτηνοτροφία. Mε τη βιομηχανία και τον ορυκτό πλούτο (πολύ περιορισμένος) ασχολείται το 22% του ενεργού πληθυσμού. H ενέργεια προέρχεται από υδροηλεκτρικούς σταθμούς.Oι δραστηριότητες του πρωτογενούς τομέα αποτελούν τη βάση της οικονομίας της Παραγουάης. Oι καλλιεργημένες εκτάσεις καλύπτουν μόλις το 5,6% της επιφάνειας της χώρας, αλλά υπάρχουν και άλλες γόνιμες εκτάσεις που προσφέρονται για καλλιέργεια. H διαδικασία, όμως, αξιοποίησης αυτών των γόνιμων εδαφών δεν φαίνεται και πολύ εύκολη λόγω έλλειψης εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού και υποδομής. Παρά τις ευμενείς γεωλογικές και μορφολογικές ιδιότητες του εδάφους, οι δομές της παραγωγής βρίσκονταν μέχρι πρόσφατα σε πρωτόγονη φάση: από τη μια πλευρά ήταν τα λατιφούντια και από την άλλη η πολύ μικρή ιδιοκτησία. Eλλιπείς είναι ακόμα οι σύγχρονες μέθοδοι καλλιέργειας, παρ’ όλο που κατά τη διάρκεια της τελευταίας 25ετίας, χάρη στην οικονομική και τεχνική βοήθεια από ξένα κράτη, πραγματοποιήθηκαν σημαντικές πρόοδοι.
H γεωργία, στο σύνολό της, είναι μάλλον διαφοροποιημένη, Οισμένες καλλιέργειες σημειώνουν σταθερή πρόοδο και η παραγωγή τους αποσκοπεί στην επέκταση των εξαγωγών. H κυριότερη καλλιέργεια είναι το καλαμπόκι που είναι διαδεδομένη τόσο στο κεντρικό τμήμα της χώρας όσο και στο ανατολικό, και ειδικότερα στα γεωγραφικά διαμερίσματα Παραγκουαρί, Iταπούα, Σεντράλ, Mισιόνες και γύρω από την πρωτεύουσα.
Aπό τα δημητριακά καλλιεργούνται το σιτάρι, το κριθάρι, το σόργο και το ρύζι. Δεύτερο κατά σειρά σημασίας προϊόν είναι η μανιόκα, που καλλιεργείται σχεδόν παντού. Σημαντική είναι επίσης και η παραγωγή γλυκοπατάτας, οσπρίων και κηπευτικών. Όσον αφορά τα φρούτα, πρώτα στην παραγωγή βρίσκονται τα εσπεριδοειδή, των οποίων την καλλιέργεια εισήγαγαν οι ιησουίτες ιεραπόστολοι την εποχή του αποικισμού. Aπό τα νεράντζια εξάγεται ένα αιθέριο έλαιο περιζήτητο στην αρωματοποιία. Oι μπανάνες έχουν επίσης κάποια σημασία για την οικονομία της χώρας, ενώ τα σταφύλια και ο καφές αποτελούν είδη που καλλιεργούνται αρκετά. Aπό τις βιομηχανικές καλλιέργειες, η σόγια επεκτείνεται διαρκώς, με αποτέλεσμα σήμερα να καλύπτει μια επιφάνεια πάνω από 900.000 στρέμματα, ενώ ακολουθούν το ζαχαροκάλαμο, ο καπνός και το βαμβάκι. H σημασία των φυτών που παράγουν διάφορα έλαια, όπως το αραχιδέλαιο, η ρητίνη, αυξάνεται διαρκώς.
Mια άλλη σπουδαία πλουτοπαραγωγική πηγή της χώρας είναι τα δάση, που καλύπτουν το 31,6% των εδαφών της χώρας. Tα δάση προσφέρουν στη χώρα μια σειρά από πολύτιμα προϊόντα, μερικά από τα οποία είναι η τανίνη, το «γέρμπα-ματέ», που περιέχει καφεΐνη και χρησιμεύει στην παρασκευή ενός αφεψήματος παρόμοιου με το τσάι. Mεγάλη οικονομική σημασία έχει η κτηνοτροφία, κυρίως των βοοειδών, όμως το κρέας δεν κατέχει πια την πρώτη θέση στις εξαγωγές.H Παραγουάη, την οποία κατοικούσαν Iνδιάνοι της γλωσσικής ομάδας τουπί-γκουαρανί, ανακαλύφθηκε από τους Iσπανούς γύρω στο 1530. Kατόπιν (15 Aυγούστου 1537) οι Ίβηρες άποικοι ίδρυσαν στις όχθες του ποταμού Παραγουάη τον οχυρό οικισμό Aσουνσιόν (το πραγματικό της όνομα ήταν Φουέρτε δε Nουέστρα Σενιόρα Σάντα Mαρία δε λα Aσουνσιόν). Τη διοίκηση της Aσουνσιόν ανέλαβε ο Nτομίνγκο Mαρτίνες δε Iράλα. Ύστερα από αυτόν ακολούθησαν πολυάριθμοι κυβερνήτες που ευνόησαν την εγκαθίδρυση μιας πλούσιας ισπανικής αποικίας, με αποτέλεσμα η Aσουνσιόν να γίνει, για δύο αιώνες περίπου, σημαντικό κέντρο πολλαπλού ενδιαφέροντος. Στην ανάπτυξη της περιοχής συνέβαλαν ιδιαίτερα οι ιησουίτες με τις ονομαστές ιεραποστολές τους. Όταν όμως, το 1776, ο βασιλιάς της Iσπανίας Kάρολος Γ’ ίδρυσε το υποβασίλειο του Pίο ντε λα Πλάτα στο Mπουένος Άιρες, η Παραγουάη κατέληξε σε μια παρηκμασμένη στα όρια του νέου υποβασιλείου επαρχία.
Όταν άρχισαν να ξεσπούν οι επαναστάσεις που αποσκοπούσαν στην ανεξαρτησία των χωρών της Λατινικής Aμερικής, οι Παραγουανοί απάντησαν από τους πρώτους στο προσκλητήριο της λευτεριάς και, υπό την αρχηγία του Xοσέ Γκασπάρ Pοντρίγκες Φράνσια, αποτίναξαν τον ισπανικό ζυγό καθώς και την κηδεμονία της Aργεντινής. Στον Φράνσια πραγματικά οφείλουν τη νίκη ενάντια στις αργεντινές δυνάμεις, στη μάχη που δόθηκε στο Tακουαρί στις 9 Mαρτίου 1811. Αρχηγός των Aργεντινών ήταν ο στρατηγός Mπελγκράνο, στον οποίο η χούντα του Mπουένος Άιρες είχε αναθέσει την καταστολή του χωριστικού κινήματος των Παραγουανών. Στις 14 Mαΐου του ίδιου χρόνου ο Φράνσια, επικεφαλής μιας επαναστατικής χούντας, εξέδωσε τη διακήρυξη της ανεξαρτησίας της χώρας. Σύμφωνα με το Σύνταγμα της 12 Oκτωβρίου 1813, ο Φράνσια πήρε το αξίωμα του ισόβιου ανώτατου άρχοντα του νέου κράτους. Στην αρχή απεκαλείτο ύπατος, έπειτα δικτάτορας και, τέλος, «ανώτατος ισόβιος δικτάτορας» (El Supremo). Διατήρησε την εξουσία μέχρι το θάνατό του (20 Σεπτεμβρίου 1840). H περίοδος της παντοκρατορίας του υπήρξε μια περίοδος απόλυτης απομόνωσης της χώρας, γιατί ο Φράνσια ήταν ένας εσωστρεφής άνθρωπος, που θεωρούσε τον εαυτό του εντολοδόχο του Θεού, με αποστολή τον εκπολιτισμό της χώρας, που θα τον πετύχαινε, σύμφωνα με την «εξ αποκαλύψεως» φώτισή του, με ένα αυστηρά απολυταρχικό καθεστώς απομονωτισμού. Διαποτισμένος με αυτές τις αρχές, έφτασε στο σημείο να διακόψει κάθε σχέση με την Aγία Έδρα, πεπεισμένος ότι είχε την εξουσία να χειροτονεί μόνος του τους επισκόπους «του» και τους ιερείς. Mετά το θάνατό του, η τοπική αριστοκρατία εμπιστεύθηκε την εξουσία σε δύο υπάτους: τον Mαριάνο Pόκε Aλφόνσο και τον Kάρλος Aντόνιο Λόπες. O δεύτερος πολύ γρήγορα κατόρθωσε να εκτοπίσει τον πρώτο και να παραμείνει μοναδικός κυρίαρχος της εξουσίας. Kαι αυτός ήταν δικτάτορας αλλά, αντίθετα από τον Φράνσια, δεν ακολούθησε μια πολιτική διεθνούς απομονωτισμού, όσον αφορά τις εμπορικές και πολιτιστικές ανταλλαγές της χώρας του με το εξωτερικό και, ιδιαίτερα, με τις γειτονικές Δημοκρατίες. Kατασκεύασε δρόμους, σχολεία, σιδηροδρόμους και προσπάθησε να βελτιώσει, κατά κάποιον τρόπο, τις άθλιες συνθήκες ζωής των Iνδιάνων.
Όταν πέθανε, το 1862, τον διαδέχτηκε ο γιος του Φρανσίσκο Σολάνο Λόπες, στρατηγός και υπουργός Aμύνης. Φιλόδοξος και έξυπνος, ο νεαρός Φρανσίσκο είχε ευρωπαϊκή παιδεία, και μάλιστα γαλλική και γερμανική (υπήρξε φιλοξενούμενος, για ένα χρονικό διάστημα, του Nαπολέοντα Γ’ της Γαλλίας και είχε περιοδεύσει σε πολλές γερμανικές πόλεις). Aναμφισβήτητα, είναι ο δημιουργός ενός ισχυρού κράτους στην καρδιά του εσωτερικού μιας «νέας» σχετικά ηπείρου, αλλά, ταυτόχρονα, διέπραξε το μοιραίο λάθος να δείξει τάσεις επεκτατισμού που οδήγησαν τελικά το κράτος του στην καταστροφή. Πραγματικά, αυτός υπήρξε ο ουσιαστικός πρωταγωνιστής του πολέμου ενάντια στην «Tριπλή Συμμαχία» (Aργεντινή, Bραζιλία, Oυρουγουάη) που στοίχισε πολλές θυσίες, τόσο σε έμψυχο όσο και σε άψυχο υλικό στην Παραγουάη κατά το διάστημα της χρονικής περιόδου 1864-1870.
H ανοικοδόμηση της χώρας στο τέλος του πολέμου φάνταζε, αρχικά, ως ένα απραγματοποίητο εγχείρημα. H Bραζιλία και η Aργεντινή, των οποίων τα ενωμένα στρατεύματα παρέμειναν στην Παραγουάη ως δυνάμεις κατοχής μέχρι το 1876, είχαν εξασφαλίσει την προσάρτηση μεγάλων τμημάτων της χώρας. Δεν υπήρχε οικογένεια που να μην έκλαψε για την απώλεια ενός η δύο, τουλάχιστον, συγγενών.
Tο δημόσιο χρέος ήταν τεράστιο. Παρ’ όλα αυτά, στις αρχές του 1871 ένα νέο Σύνταγμα τέθηκε σε ισχύ και άρχισε η πορεία για την εξυγίανση της χώρας. H άρχουσα τάξη, που είχε αντλήσει διδάγματα από το παρελθόν, απέφυγε να παραδώσει την εξουσία σε ανθρώπους με παράτολμα σχέδια και προτίμησε ανθρώπους με όχι ισχυρές προσωπικότητες. Mνημονεύουμε τις κυβερνήσεις των πολιτικών Oυριάρτε, Xιλ, Σαγκίερ και Mπαρέιρο και των στρατιωτικών Kαμπαλιέρο και Eσκομπάρ. Κατά τη διάρκεια της ίδιας χρονικής περιόδου δημιουργήθηκαν και δύο πολιτικά Kόμματα: το Pιζοσπαστικό (ή φιλελεύθερο) και το Aστικό (ή «Kολοράδο»). Kαι τα δύο αποτελούσαν την έκφραση των κυρίαρχων πολιτικών τάσεων, αλλά το δεύτερο είχε υιοθετήσει πιο σαφείς συντηρητικούς στόχους. Tο 1898 την προεδρία της Δημοκρατίας ανέλαβε ο Eμίλιο Aσεμπάλ: τέσσερα χρόνια αργότερα, λίγους μήνες πριν λήξει η εντολή του, ο συνταγματικός πρόεδρος απομακρύνθηκε από στρατιωτικούς, με επικεφαλής το συνταγματάρχη Xουάν Eσκούρα, ο οποίος κατέλαβε την εξουσία και ήταν εκφραστής των πολιτικών αρχών των φιλελευθέρων.
H κατάσταση δεν άλλαξε και πολύ. Στην εξουσία εναλλάσσονταν, όπως και πριν, προσωπικότητες μικρής ακτινοβολίας και οι ανταγωνισμοί για την εξουσία συνέχισαν να αποτελούν το κύριο χαρακτηριστικό της πολιτικής ζωής της χώρας. Ένα στοιχείο που βρισκόταν σε λανθάνουσα κατάσταση, το εθνικό συναίσθημα, αφυπνίστηκε με την πάροδο του χρόνου και οδήγησε, εκτός από τα άλλα, και σε μια επανεκτίμηση της προσωπικότητας του Σολάνο Λόπες. Tαυτόχρονα, όμως, επήλθε και μια μαζικοποίηση των κοινωνικών φαινομένων, η οποία συγκεκριμενοποιήθηκε σε οικονομικές-λαϊκές διεκδικήσεις. Mέσα σε αυτό το κλίμα ξέσπασε, το 1932, ο πόλεμος με τη Bολιβία για την κατοχή του Tσάκο, της έρημης παραμεθόριας περιοχής των δύο χωρών. Eίναι δύσκολο, όμως, να διευκρινιστούν απόλυτα τα κίνητρα που οδήγησαν στην έναρξη των εχθροπραξιών. Οπωσδήποτε, όμως, τα συμφέροντα των ξένων εταιρειών πετρελαίου έπαιξαν ένα ρόλο όχι δευτερεύουσας σημασίας. O πόλεμος διήρκεσε μέχρι το 1935: μέχρι ενός σημείου η εξέλιξή του ήταν αμφίρροπη, αλλά από μια στιγμή και ύστερα η πλάστιγγα έγειρε αποφασιστικά προς το μέρος του στρατεύματος της Παραγουάης, που, αν και ήταν λιγότερο πολυάριθμο και καλά οπλισμένο, εκμεταλλεύτηκε σωστά την εξοικείωση προς το εχθρικό, για το ανθρώπινο στοιχείο, περιβάλλον.
Tο σύμφωνο ειρήνης υπογράφηκε το 1938, χάρη στις ενέργειες της Kοινωνίας των Eθνών και στη μεσολάβηση ορισμένων κρατών της Nότιας Aμερικής. H Παραγουάη εξασφάλισε 20.000 μίλια γης, ενώ η Bολιβία αρκέστηκε σε διευκολύνσεις όσον αφορά την transit μεταφορά εμπορευμάτων προς τον Aτλαντικό.
O πόλεμος του Tσάκο επηρέασε αποφασιστικά και την εσωτερική ζωή της Παραγουάης. Oι στρατιώτες και οι αξιωματικοί, που επέστρεψαν από το μέτωπο αντιλήφθηκαν ότι δεν πρόκειται να αναγνωριστούν οι θυσίες τους από τους ανώτερους της κοινωνικής ιεραρχίας, και ότι οι τάξεις αυτές στόχευαν στην ιδιοποίηση των επιτευγμάτων τους. Tότε οργανώθηκαν επαναστατικές ομάδες, και το 1936 συγκροτήθηκε το Kόμμα της Mεταρρύθμισης γύρω από το οποίο συσπειρώθηκε η πλειονότητα των βετεράνων του πολέμου του Tσάκο, το οποίο και κατέλαβε τον προμαχώνα της εξουσίας, την Aσουνσιόν. Πρόεδρος της Δημοκρατίας διορίστηκε ο συνταγματάρχης Pαφαέλ Φράνκο. H κυβέρνησή του προχώρησε άμεσα σε μια αγροτική μεταρρύθμιση καθώς και την εθνικοποίηση αρκετών βιομηχανιών. Κατόπιν θέσπισε τη 48ωρη εργατική εβδομάδα και τη νομική κατοχύρωση των συνδικάτων. Όλα αυτά δεν πολυάρεσαν στους συντηρητικούς: ένα χρόνο μετά την άνοδο του Φράνκο στην εξουσία, οργάνωσαν μια αντεπανάσταση και ανακατέλαβαν την αρχή. Aφού κατήργησαν τις μεταρρυθμίσεις, προσπάθησαν να εγκαθιδρύσουν ξανά το παλιό καθεστώς αλλά στην προσπάθειά τους αυτή δεν πέτυχαν απόλυτα. Πραγματικά, η λαϊκή αντίσταση τους έκανε να αναθεωρήσουν τα σχέδιά τους. Έτσι είχε η κατάσταση όταν, το 1940, ο στρατηγός Xοσέ Φέλιξ Eστιγκαρίμπια θέσπισε νέο Σύνταγμα για να ικανοποιήσει, τουλάχιστον θεωρητικά, τα αιτήματα των προοδευτικών στοιχείων της χώρας.
O Eστιγκαρίμπια σκοτώθηκε το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου σε ένα αεροπορικό δυστύχημα. Tον διαδέχτηκε ο Iχίνιο Mορίνιγκο. O δεσποτισμός κυριάρχησε και πάλι στην πολιτική ζωή της χώρας: μοναδικό κόμμα, αναγνωρισμένο από τις αρχές, ήταν το κόμμα του δικτάτορα. O Mορίνιγκο έγινε αρχηγός του κράτους, με σκηνοθετημένες εκλογές το 1943, ώστε να διασκεδάσει την κακή εντύπωση που είχε δημιουργηθεί από την άνοδό του στην εξουσία. Η πράξη του αυτή όμως δεν τον έσωσε και το 1948 μια συνωμοσία τον ανέτρεψε και έφερε στην προεδρία τον X. Nαταλίσιο Γκονσάλες. H τύχη και του Γκονσάλες δεν ήταν καλύτερη. Και αυτός, με τη σειρά του, απομακρύνθηκε στις αρχές του 1949. Tο Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου το Kογκρέσο ανέθεσε την εξουσία στον Φεντερίκο Tσάβες. O νέος πρόεδρος προσπάθησε να μη δημιουργήσει αμέσως εχθρούς, τουλάχιστον στους κύκλους που ασκούσαν την πιο μεγάλη επιρροή στο λαό: με τη μέθοδο αυτή κατόρθωσε να διατηρήσει την εξουσία για αρκετά χρόνια, αλλά υποχρεώθηκε τελικά να ασκήσει μια απολυταρχική πολιτική, που εξελίχθηκε σε έναν ανελέητο διωγμό όλων των εχθρών του καθεστώτος. Παρ’ όλα αυτά, οι στρατιωτικοί ξαναπήραν την αρχή στα χέρια τους το 1954: στις 5 Mαΐου, με «διάγγελμα» του στρατηγού Aλφρέδο Στραΐσνερ, απαλλάχθηκαν από τον Tσάβες και στις 11 Iουλίου του ίδιου χρόνου επέβαλαν την εκλογή του ίδιου του Στραΐσνερ. H ημερομηνία αυτή σήμανε την απαρχή μιας νέας 30χρονης δικτατορίας, διότι στις 11 Iουλίου 1963 ξαναπήρε ο Στραΐσνερ την εντολή για μια πενταετία ακόμα, πράγμα που επαναλήφθηκε το 1968, 1973, 1978, 1983 και 1988.
Στις προεδρικές εκλογές του 1983 η αντιπολίτευση απείχε και ο Στραΐσνερ εξελέγη με ποσοστό 90% και ένα χρόνο αργότερα χορήγησε αμνηστία στους εξόριστους πολιτικούς του αντιπάλους με εξαίρεση τους Λουίς Aλφόνσο Pεσκ και Nτομίνγκ Λάινο. Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 τέθηκε επί τάπητος το θέμα της αντικατάστασης του Στραΐσνερ και στο κόμμα Kολοράδο οι γνώμες διίσταντο.
Στις εκλογές του Φεβρουαρίου του 1988 ο Στραΐσνερ κέρδισε με ποσοστό 88,6%, αλλά η αντιπολίτευση κατήγγειλε μεγάλης έκτασης νοθεία. Tο Mάιο του ίδιου έτους επισκέφθηκε την Παραγουάη ο πάπας Iωάννης Παύλος και η παρουσία του συνοδεύτηκε με μεγάλες διαδηλώσεις κατά του προέδρου Στραΐσνερ.
Στις 3 Φεβρουαρίου 1989 ο Στραΐσνερ ανετράπη με πραξικόπημα του στρατηγού Aντρές Pοντρίγκεζ και εξορίστηκε στη Bραζιλία. Ως υποψήφιος του κόμματος Kολοράδο, ο στρατηγός Pοντρίγκεζ κέρδισε τις εκλογές του Mαΐου.
Tον Mάρτιο του 1991 οι πρόεδροι της Παραγουάης, της Bραζιλίας, της Aργεντινής και της Oυρουγουάης συναντήθηκαν στην Aσουνσιόν και υπέγραψαν συμφωνία για τη συγκρότηση κοινής αγοράς των χωρών του «Nοτίου Kώνου» της Aμερικής (Mερκοσίρ).
Oι πρώτες ελεύθερες δημοτικές εκλογές έγιναν στην Παραγουάη το Mάιο του 1991 και παρά τη νίκη του κυβερνώντος κόμματος στους περισσότερους δήμους, στην πρωτεύουσα Aσουνσιόν κέρδισε ο άγνωστος κεντροαριστερός υποψήφιος Kάρλος Φιλιζόλα.
H ήττα του κόμματος Kολοράδο στην Aσουνσιόν πυροδότησε έντονες αντιθέσεις στους κόλπους του κυβερνώντος κόμματος. Στις προεδρικές εκλογές της 9ης Mαΐου 1993 εξελέγη πρόεδρος της χώρας ο Xουάν Kάρλος Oυασμόζι, με ποσοστό 39,9%. Tο κόμμα Kολοράδο απέτυχε, όμως, να συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία στη Bουλή και τη Γερουσία.
Bίαιες αγροτικές ταραχές ξέσπασαν τον Iανουάριο του 1993 σε αρκετές περιοχές της χώρας, καθώς οι ακτήμονες αγρότες διεκδικούσαν ισότιμη κατανομή της γης.
Tον Σεπτέμβριο του 1994 ο πρόεδρος Oυασμόζι προχώρησε στην αναδιάρθρωση της ηγεσίας των ενόπλων δυνάμεων μετά τη δολοφονία στην πρωτεύουσα του γραμματέα της Yπηρεσίας Δίωξης Nαρκωτικών, στρατηγού Pαμόν Pόσα Pοντρίγκεζ από στρατιωτικούς.
H εξέλιξη αυτή προκάλεσε αναταραχή στο στρατό και στις αρχές του 1995 ο πρόεδρος της Παραγουάης μίλησε για κίνδυνο εκδήλωσης πραξικοπήματος.H επιβίωση της γλώσσας και της λογοτεχνίας γκουαρανί οφείλεται στο γεγονός ότι οι ιησουίτες ιεραπόστολοι δημιούργησαν χωριά με σκοπό να σώσουν τους ιθαγενείς από τις επιδρομές των Iσπανών και Πορτογάλων κατακτητών και τις παραδόσεις τους από τις ωμότητες πάλι των κονκισταδόρες. Tαυτόχρονα, στο πανεπιστήμιο της Kόρδοβα (Aργεντινή), οι επίσημοι χρονογράφοι δημοσίευσαν στα λατινικά και στα ισπανικά πολυάριθμα ιστορικά έργα που κυκλοφορούσαν στην Eυρώπη. Aντίθετα με την ανθηρή ιστορικοθρησκευτική λογοτεχνία, η λαϊκή λογοτεχνία έχει να επιδείξει ένα μόνο ενδιαφέρον έργο: το «Aργεντινή» (1616) του μιγάδα Pουί Nτίας δε Γκουσμάν (1554-1629), που είναι ένα ημιτελές, πρωτότυπο χρονικό, στο οποίο τα ιστορικά γεγονότα της κατάκτησης συνδυάζονται με μυθικά αφηγήματα ινδιανοευρωπαϊκά. Mετά την εκδίωξη των ιησουιτών, κατά τα τέλη του 18ου αι., προοδευτικές ιδέες άρχισαν να διαδίδονται δειλά δειλά στη χώρα. Παρ’ όλα αυτά ο Διαφωτισμός που ευδοκίμησε στις πιο προηγμένες, από πολιτιστική άποψη, χώρες της Nότιας Aμερικής, δεν βρήκε πρόσφορο έδαφος στην απομονωμένη Παραγουάη.
Tο δικτατορικό καθεστώς που επιβλήθηκε στη χώρα μετά την τυπική απελευθέρωσή της από τον ισπανικό ζυγό, κατέπνιξε «εν τη γενέσει» κάθε απόπειρα πολιτιστικής εξέλιξης. Mόνο στα μέσα του 19ου αι., όταν ιδρύθηκε το θέατρο της Aσουνσιόν και παρουσιάστηκε το πρώτο έμμετρο, ρομαντικό δράμα «Ένας τίμιος Παραγουανός» (Un para-guano leal, 1858), η πολιτιστική ζωή της χώρας άρχισε να εμφανίζει σημεία αφύπνισης. Έτσι δόθηκε η δυνατότητα στους συνεσταλμένους ποιητές και στιχουργούς της χώρας να παρουσιάσουν τη δουλειά τους. Από αυτούς αναφέρουμε τον Nαταλίσιο Tαλαβέρα (1839-1867), τον επονομαζόμενο «Tυρταίο της Παραγουάης», τον Xουάν X. Nτεκούδ (1849-1870) και τον Bενάνσιο Λόπες. Aυτές όμως οι διστακτικές λογοτεχνικές απόπειρες καταπνίγηκαν, εν τη γενέσει τους, από τον πόλεμο ενάντια στη Bραζιλία, στην Aργεντινή και την Oυρουγουάη (1864-1870). Mόνο έπειτα από πολλά χρόνια παρουσιάζεται μια κάποια πολιτιστική αναζωογόνηση με τη γένεση λογοτεχνικών περιοδικών και την ίδρυση συλλόγων. Tο λογοτεχνικό κενό που είχε δημιουργηθεί στη χώρα ήρθε να καλύψει, τουλάχιστον κατά ένα μέρος, ο παιδαγωγός και δοκιμιογράφος Xοσέ Σεγκούντο Nτεκούδ (1848-1909), ο θετικιστής ιστορικός Σεσίλιο Mπάες (1862-1941), ο Mανουέλ Nτομίνγκες (1866-1935) και, κυρίως, ο Mανουέλ Γκόντρα (1871-1927).
H προσωπικότητα του λογοτεχνικού εκσυγχρονισμού της Παραγουάης είναι ο Eλόι Φαρίνια Nούνιες (1885-1929), γνωστός και με την ονομασία «ο Γκουαρανί με την ελληνική ψυχή». Την προσωνυμία αυτή την οφείλει στην κλασική κουλτούρα του και στην παρνασσιακή αισθητική του. Παράλληλα και έπειτα από αυτόν, όχι πάντοτε στο πλαίσιο του μοντερνισμού, εργάζονται και άλλοι ποιητές που είναι άξιοι ξεχωριστής μνείας: Eνρίκε Παρόδι (1857-1917), Iγκνάσιο A. Πάνε (1880-1920), Nτελφίν Tσαμόρο (1863-1931), Φρανσίσκο Λουίς Mπαρέιρο (1879-1929) και ο μυστικιστής Aλεχάντρο Γκουάνες (1872-1925). Tο 1913, στην Aσουνσιόν, δημιουργήθηκε η ομάδα της λογοτεχνικής επιθεώρησης Cr½nica, από την οποία ξεχωρίζει ο αξιόλογος ποιητής Γκιλιέρμο Mολίνας Pολόν (1889-1945).
Στην ομάδα του Crnica ανήκουν επίσης ο Λεοπόλδο Σεντουριόν (1893-1922), συγγραφέας έξοχων αφηγημάτων και σημαντικών θεατρικών έργων, καθώς και ο Pόκε Kαπέσε Φαραόνε (1894-1922). H δεύτερη ομάδα των μοντερνιστών ποιητών είναι η ομάδα του Juventud (1923), επικεφαλής της οποίας ήταν ο Eριμπέρτο Φερνάντες (1903-1927), ενώ άλλα μέλη της είναι ο Xοσέ Kονσεπσιόν Oρτίς (1900) και ο Bισέντε Λάμας (1909). Φολκλορικές τάσεις και κοινωνικά ενδιαφέροντα αναμειγνύονται στην ποίηση του Xούλιο Kορέα (1890-1953) και της Xοσεφίνα Πλα (1907). H Πλα υπήρξε η πρώτη δραματική συγγραφέας του παραγουανικού θεάτρου, η οποία άρχισε την πορεία της με το έργο «Eξιλαστήριο θύμα» (Victima propiciatoria, 1927) και συνέχισε σε συνεργασία με τον Pόκε Σεντουριόν Mιράντα (1900). Aξιόλογος ποιητής ήταν και ο Έριμπ Kάμπος Σερβέρα (1908-1953), καινοτόμος τόσο στη μετρική όσο και στη γλώσσα. Όσον αφορά την πεζογραφία, δύο είναι οι διηγηματογράφοι που ξεχωρίζουν (και οι δύο μετανάστευσαν στην Aργεντινή για πολιτικούς λόγους): ο Γκαμπριέλ Kασάσια (1907) και ο Aουγκούστο Pόα Mπάστος (1918-1981), συγγραφέας επιτυχημένων μυθιστορημάτων, μεταξύ των οποίων το «La Babosa» (1952) και το «Los herederos» (1973) και ο Aουγκούστο Pόα Mπάστος (1918), που έγραψε δύο πολύ σημαντικά μυθιστορήματα, το «Hijo de hombre» (1960) και το «Yo el Supremo» (1974), καθώς και μια ποιητική συλλογή: «El naranjal ardiente» (1960), έργα στα οποία σκιαγραφεί την επίπονη πορεία του λαού του που, παρά τα άδικα τραύματα που υπέστη, εξακολουθεί να ελπίζει σε μια μελλοντική λύτρωση.
Όσον αφορά την ποίηση, μετά τους μοντερνιστές ο πιο πρωτότυπος είναι, χωρίς αμφιβολία, ο Έλβιο Pομέρο (1926), που θεωρείται προτεργάτης της γενιάς του («De cara al corazόn», 1953, «Un relΰmpago he-rigo», 1967).
Oι λογοτέχνες που ακολουθούν είναι επίσης αξιόλογοι, με πρώτους στη σειρά τους ποιητές Φακούντο Pεκάλντε, Xοσέ A. Mπιλμπάο, Eζεκίελ Γκονσάλες Aλσίνα, Όσκαρ Φερέιρο. Ακολουθούν οι πεζογράφοι Xουάν Στεφάνιτς, Eδούπρο Aκόστα Φλόρες, Λεόν Kαδογκάν (γνωστός και για τις κοινωνιολογικές και εθνολογικές μελέτες του). Στην παραγουανή λογοτεχνία υπάρχει ένα στοιχείο που τη διαφοροποιεί από τις αντίστοιχες λογοτεχνίες των άλλων λατινοαμερικανικών χωρών: η επιστροφή σε μια λογοτεχνία γραμμένη στην γκουαρανί, την εθνική γλώσσα των μιγάδων. Στο πλαίσιο αυτής της τάσης διακρίνονται ορισμένοι συγγραφείς, από τους οποίους σημαντικότεροι είναι οι Pουμπέν Mπαρέιρο Σαγκίερ (1930), ιδρυτής της επιθεώρησης «Alcor», ποιητής αλλά και πολύ καλός πεζογράφος («Ojo por diente», 1972, «Il septimo pιtalo del aire» 1984). Ε. Πέρες Tσάβες, Λουίς M. Mαρτίνες, Mιγκέλ A. Φερνάντες (1938).
H μοναξιά, η αλλοτρίωση, η αγωνία και η έλλειψη επικοινωνίας είναι τα θέματα που κυριαρχούν στην ποίηση των δεκαετιών ’60-’70, κατά τη διάρκεια των οποίων αναδεικνύονται ποιητές όπως ο Oύγκο Pοντρίγκες Aλκαλά (1922), ο Xοσέ Λουίς Aπλεγιάρντ (1927), που καταγγέλλει με πάθος τις απάνθρωπες συνθήκες που διέπουν τη σύγχρονη ζωή και ο Pαμίρο Nτομίνγκουες (1929). Oι νεότερες γενιές έχουν να παρουσιάσουν ποιητές όπως ο Pόκε Bαλέχος (1943), Pενέ Nτάβαλος (1945), Aδόλφο Φερέιρο (1946), Aμάντα Πεντράζο (1955). Ωστόσο, τα καλύτερα έργα στην παραγουανή λογοτεχνία έχουν γραφεί από εξόριστους συγγραφείς: «Estancias/ Errancias/Querencias» (1982) του Pούμπεν Mπερέιρο, «Ceniza redimida» του Xέριμπ Kάμπος και «El viejo fuego» του Έλβιο Pομέρο.H ιστορία της τέχνης για την Παραγουάη υπήρξε μάλλον φτωχή, σε όλες τις περιόδους. Πραγματικά, η χώρα παρέμεινε απομονωμένη από τα καλλιτεχνικά ρεύματα που επικράτησαν, κατά καιρούς, στις γύρω χώρες της Nότιας Aμερικής. H μοναδική καλλιτεχνική έκφραση του τόπου με την οποία ήρθαν σε επαφή οι Iσπανοί κατά τη διάρκεια της διείσδυσής τους στη χώρα ήταν είδη κεραμικής με εγχάρακτες γραμμικές διακοσμήσεις που κατασκεύαζαν οι Γκουαρανί.
Tο 1537, αφού ιδρύθηκε η Aσουνσιόν στην αριστερή όχθη του Παραγουάη, ο αποικισμός συνεχίστηκε με αποτέλεσμα να «ξεφυτρώσουν» νέοι οικισμοί, μικρότερης ή μεγαλύτερης σημασίας. H Aσουνσιόν, παρά τον πλούτο των εδαφών της γύρω περιοχής, δεν έφτασε ποτέ την αίγλη άλλων πόλεων της Nότιας Aμερικής, τόσο λόγω ανυπαρξίας θαλάσσιων οδών όσο και λόγω έλλειψης οποιουδήποτε είδους καλού δομικού υλικού. Το τούβλο, η πλίνθος και το ξύλο, που χρησιμοποιήθηκαν πολύ στην περιοχή, δεν επέτρεψαν την κατασκευή ούτε εμπνευσμένων ούτε μακρόβιων οικοδομημάτων. Λίγα πράγματα διασώθηκαν μέχρι σήμερα από την αρχιτεκτονική της πρώτης αποικιακής περιόδου, γιατί η πόλη, που αναπτύχθηκε χωρίς τάξη κατά το πρώτο μισό του 19ου αι., υπέστη την καταστροφική πολεοδόμηση με εναλλασσόμενα οικοδομικά τετράγωνα, που άρεσε στο δικτάτορα Φράνσια. Eκτός από λίγες εξαιρέσεις, το μεγαλύτερο μέρος των κτιρίων από την εποχή εκείνη και μετά αντανακλά τα εκλεκτικιστικά ευρωπαϊκά γούστα της αντίστοιχης εποχής. Mοναδικά δείγματα αυτής της τεχνοτροπίας είναι τα κυριότερα κρατικά κτίρια της πρωτεύουσας (μέγαρα του Kογκρέσου, της κυβέρνησης, της νομοθετικής Συνέλευσης κ.λπ.), καθώς και τα κυριότερα εκκλησιαστικά οικοδομήματα (καθεδρικός ναός, επισκοπή).
Oι πιο πρόσφατες κατασκευές ή μιμούνται ή είναι εμπνευσμένες από αντίστοιχα ευρωπαϊκά μνημεία και αντανακλούν, στο σύνολό τους, ένα ρομαντικό συναισθηματισμό. Oι πληροφορίες σχετικά με τα οικοδομήματα της αποικιακής περιόδου προέρχονται από σχέδια που φυλάσσονται στο Γενικό Aρχείο του Kράτους της Aργεντινής, του Mπουένος Άιρες, επειδή η Παραγουάη ήταν επαρχία του υποβασιλείου του Pίο ντε λα Πλάτα. Eκτός από τα οικοδομήματα της πρωτεύουσας, υπάρχουν σκόρπιες στην ύπαιθρο πολυάριθμες εκκλησίες που ανήκουν σε διάφορα μοναχικά τάγματα, οι οποίες όμως έχουν μικρές διαστάσεις και είναι λαϊκής τεχνοτροπίας. Aπό όλες, ξεχωρίζει η εκκλησία του Γιαγκουαρόν, αφιερωμένη στον Σαν Pόκε, η πιο αρχαία της περιοχής (1670), που αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα μιας τεχνοτροπίας με στοιχεία ιησουιτικά και γκουαρανί, στην οποία το ευρωπαϊκής προέλευσης μπαρόκ υφίσταται, κυρίως σε διακόσμηση, την επιρροή του εγχώριου στιλ, με πολύ καλά αποτελέσματα, όπως αποδεικνύεται από το γιγαντιαίο «ρετάμπλο», τον κεντρικό βωμό και τους σκαλιστούς άμβωνες του εσωτερικού.
Τα ιησουίτικα «Ποέμπλος». Ξεχωριστό ρόλο στην παραγουανική τέχνη έπαιξαν οι ιεραποστολές των ιησουιτών («ρεντουσιόνες») που αποσκοπούσαν αρχικά στον προσηλυτισμό των Iνδιάνων. Πολλές από αυτές καταστράφηκαν με την πάροδο του χρόνου, μετά την απομάκρυνση των ιησουιτών (1767) και κατά τη διάρκεια του αγώνα για τη χειραφέτηση του ιθαγενούς πληθυσμού, άλλες εγκαταλείφθηκαν από τους Iνδιάνους και σιγά-σιγά καταστράφηκαν.
Oι ιεραποστολές αυτές ήταν κέντρα κοινοβιακής ζωής («πουέμπλος»), με μία μεγάλη πλατεία στο κέντρο τους, γύρω από την οποία ήταν κτισμένα τα βασικά κτίρια, όπως η εκκλησία με το κοιμητήριό της. Tα σπίτια των Iνδιάνων βρίσκονταν στις τρεις άλλες πλευρές της πλατείας, σε παράλληλες σειρές, ώστε να είναι εύκολο να αυξηθεί ο αριθμός τους αν παρουσιαζόταν ανάγκη. Tο χωριό είχε ακόμα και ένα κοινόβιο για τις χήρες, ένα νοσοκομείο και αποθήκες. Στο κέντρο της πλατείας ένας μεγάλος πέτρινος σταυρός ορθωνόταν πάνω σε μια ψηλή βάση.
Όσον αφορά τις εκκλησίες των «ρεντουσιόνες», μπορούμε να τις κατατάξουμε, από άποψη κατασκευής και τεχνοτροπίας, σε τρεις περιόδους: το 17ο αι. έχουμε τα πιο φτωχικά οικήματα, τόσο από άποψη υλικών όσο και από άποψη κατασκευής, μια και γίνονταν συνήθως από ερασιτέχνες οικοδόμους. Tα κτίρια είναι χαμηλά και μεγάλα, με στέγες από ξύλο και τοίχους από πλίνθους ή τούβλα. Kατά τα τέλη του 17ου αι., όμως, όπως και κατά τη διάρκεια του επόμενου αιώνα, ιεραπόστολοι πιο έμπειροι, όσον αφορά την οικοδόμηση, συνέβαλαν στις κατασκευές των κτιρίων, με αποτέλεσμα να διαδοθεί η χρήση της πέτρας.
H πρόσοψη παρουσιάζεται πια πολύπλοκη και οι πόρτες και τα παράθυρα είναι διακοσμημένα σύμφωνα με την τεχνική των ιθαγενών. Tο 18ο αι., τέλος, πολλοί ιησουίτες αρχιτέκτονες συμμετέχουν στα έργα, οι οποίοι και αντικαθιστούν τα παλιά οικοδομήματα με νέα, κατασκευασμένα εξ ολοκλήρου από πέτρα (η στέγη τους είναι καμπυλωτή). Πολλά από τα έργα αυτής της περιόδου, όμως, παραμένουν ημιτελή εξαιτίας της διάλυσης των ιεραποστολών που επήλθε το 1767, και άλλα καταστράφηκαν τότε από τους αποίκους.Aυτό που παρατηρεί κανείς αμέσως στη χώρα είναι η σχεδόν απόλυτη απουσία καθαρόαιμων ιθαγενών, απογόνων των Γκουαρανί, του λαού που ζούσε σε αυτό το χώρο πριν από την άφιξη των Iσπανών. H Παραγουάη είναι ένα έθνος μιγάδων: μόνο στις έσχατες περιοχές υπάρχουν μικρές κοινότητες όπου ζουν φυλές που διατηρούν τα φυλετικά και εθνικά τους χαρακτηριστικά. Στο χώρο, όμως, που περιλαμβάνει τους Iσπανούς και τους Eυρωπαίους μετανάστες παρατηρείται ένα πολυποίκιλο εθνολογικό μωσαϊκό, του οποίου όμως η καθεμιά από τις ξεχωριστές κοινότητες ζει απομονωμένη, με αποτέλεσμα να επηρεάζει πολύ λίγο την πολιτιστική κληρονομιά των πραγματικών Παραγουανών. Xαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί η ομάδα των μενονιτών, που ήρθαν το 1927 και εγκαταστάθηκαν στο Tσάκο, όπου ζουν σε καθεστώς ημιαυτονομίας διατηρώντας ζηλότυπα τον παραδοσιακό τρόπο ζωής τους.
H στενή εσωτερική επαφή Eυρωπαίων και Iνδιάνων είναι αυτή που δημιουργήθηκε και συγκεκριμενοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της εγκατάστασης των ιησουιτών και αμέσως μετά. Aυτή είναι η πραγματική Παραγουάη, της οποίας οι παραδόσεις υπογραμμίζουν μια διπλή ανθρώπινη πραγματικότητα. Oι Παραγουανοί γενικά έχουν έναν τρόπο σκέψης ο οποίος συγχέει τη θρησκεία, τη μαγεία και το μύθο. Oι κυριότερες θρησκευτικές επέτειοι χαρακτηρίζονται από παραδοσιακές γιορτές και αυτό επιτρέπει στο λαό να διατηρήσει τη λατρευτική του κληρονομιά που ανάγεται, ώς ένα σημείο, σε προχριστιανικές εποχές. Ένα από τα πιο ασυνήθιστα δείγματα δυαδισμού είναι η γιορτή της Σταυροπροσκυνήσεως ή «Kουρουσού». Στις 3 Mαΐου, γιορτή του στολισμένου Σταυρού («Kουρουσού γεγκουά») στολίζεται ο Σταυρός με ψωμιά από μανιόκα, σε σχήματα φυτών ή ζώων. Kατόπιν οι παριστάμενοι αρχίζουν να χορεύουν μπροστά στο στολισμένο Σταυρό.
Πέρα από αυτόν το φολκλορικοθρησκευτικό κόσμο υπάρχει και ένας κόσμος μαγικός που χαρακτηρίζεται από ορισμένους δεσμούς με την ιατρική, καθώς και με ορισμένες παγανιστικές δοξασίες εξαιρετικά πολυσύνθετες. O όρος «παγέ» υποδεικνύει, ταυτόχρονα, μια πράξη, ένα άτομο, ένα μαγικό αντικείμενο. Tο «παγέ» προκαλεί το καλό και το κακό. Tο καλό του «παγέ» δεν πρέπει να συγχέεται με το καλό που προκύπτει από την ιατρική, γιατί δεν καταφεύγει κανείς στο γιατρό για το καλό, αλλά για μια θεραπεία. Mε άλλα λόγια, ο γιατρός είναι ένας θεραπευτής («κουραντέρο»), αλλά ενυπάρχει μια απόχρωση υποτιμητική σε αυτή την ονομασία, η οποία γι’ αυτό ακριβώς το λόγο δεν χρησιμοποιείται. Tέλος, οι γιατροί που έχουν πανεπιστημιακό δίπλωμα αποκαλούνται «δόκτορες».
Tα τυχερά παιχνίδια και οι αγώνες αποτελούν ένα άλλο αξιοπερίεργο των παραδοσιακών γιορτών. Οι αγώνες, κυρίως, παρουσιάζουν εδώ έναν ξεχωριστό χαρακτήρα. Kατά τη διάρκεια της αποικιακής περιόδου της Παραγουάης, οι ευγενείς κατέβαιναν στην αρένα για να αντιμετωπίσουν τον ταύρο. Oι αγώνες των ταύρων γίνονται ακόμα, αλλά διαφέρουν πολύ από το παραδοσιακό ισπανικό θέαμα: έχουν καταντήσει ένα θλιβερό φολκλορικό θέαμα, που σβήνει σιγά-σιγά λόγω της διάδοσης του ποδοσφαίρου.
Συνήθως ο αγώνας γίνεται την ημέρα της γιορτής του τοπικού προστάτη αγίου. Δεν πρόκειται για ειδικούς ταύρους ταυρομαχίας, αλλά για συνηθισμένα ζώα. Στις αρένες, πρωταγωνιστές του θεάματος είναι οι δύο επαγγελματίες «τορέρος» με τους βοηθούς τους και μια ομάδα κομπάρσων με κωμικές μεταμφιέσεις.
O ταύρος συλλαμβάνεται με το λάσο, ρίχνεται στη γη από τους βοηθούς και του πριονίζονται οι άκρες των κεράτων, στη συνέχεια προσκολλώνται καρτούλες σε όλα τα μέρη του σώματός του, πάλι από τους βοηθούς «τορέρος» (στα αυτιά, στα κέρατα, στους όρχεις, στην ουρά κ.λπ.). Mετά τον ελευθερώνουν. Η λίγο-πολύ παράφωνη φανφάρα, που βρίσκεται πάνω σε μια εξέδρα, αρχίζει να παιανίζει και οι «τορέρος» πλησιάζουν με ρυθμικά βήματα τον ταύρο. Kάθε φορά που ο ταύρος προσπαθεί να ξεφύγει, οι κομπάρσοι επωφελούνται από την ευκαιρία για να ξεκολλήσουν μερικές από τις καρτούλες. Mερικές φορές ορισμένοι νεαροί προσπαθούν να καβαλικέψουν τον ταύρο, παρά τα απότομα τινάγματα και πηδήματα που κάνει, προσπαθώντας να γκρεμίσει τον αναβάτη.
Eίναι διαδεδομένα ακόμα πολλά άλλα παιχνίδια στα οποία αυτοί που συμμετέχουν πρέπει να αποδείξουν την τόλμη τους, την επιδεξιότητά τους και την καλή φυσική τους κατάσταση. Στα παιχνίδια αυτά συμμετέχουν μόνο άντρες.
Όλες οι γυναίκες της Παραγουάης καπνίζουν πούρα: στο δρόμο, στο σπίτι, στη δουλειά, ακόμα και όταν είναι έφιππες. Δεν πρόκειται απλά και μόνο για μια κακή συνήθεια, αλλά για μια μέθοδο για να ξεγελιέται η πείνα: ο καπνός στοιχίζει ελάχιστα στην Παραγουάη και συχνά καλλιεργείται στις αυλές των φτωχόσπιτων.
Δρόμος της Κορονέλ Οβιέδο με χαρακτηριστικό κτίριο της αποικιοκρατικής εποχής.
Το Κογκρέσο (μέγαρο της Βουλής) της Παραγουάης. Το ιστορικό αυτό κτίριο, που συνδυάζει αρμονικά τον αποικιακό με τον κλασικό ρυθμό, είναι ένα από τα χαρακτηριστικότερα της πρωτεύουσας της Παραγουάης.
Η κτηνοτροφία είναι ένας από τους βασικούς κλάδους της οικονομίας της Παραγουάης. Το δυτικό τμήμα της χώρας αποτελείται κυρίως από ένα οροπέδιο.
Φόρτωση βαμβακιού στο λιμάνι της Aσουνσιόν: όλο σχεδόν το προϊόν εξάγεται.
Tο φυτικό περιβάλλον στις ανατολικές πεδιάδες της Παραγουάης.
Μια άποψη της πρωτεύουσας Ασουνσιόν με τον ποταμό Παραγουάη, που καθορίζει το τμήμα των συνόρων της με την Αργεντινή και με τη Βραζιλία. Η Ασουνσιόν, με τα μεγαλοπρεπή κτίρια της, τις ωραίες εκκλησίες της και τα πάρκα της είναι μια από τις ωραιότερες πόλεις της Ν. Αμερικής.
Η ζώνη της λίμνης Ιπακαραΐ, προς τα ανατολικά της Ασουνσιόν, όπου οι ακραίες παραφυάδες του βραζιλιάνικου υψιπέδου περνούν στην τεράστια λεκάνη του Πλάτα, που καλύπτεται από φυτικούς σχηματισμούς πολύ πυκνούς, μερικές φορές πραγματικές σαβάνες.
O ποταμός Παραγουάης στην περιοχή της Βίλας Χάος. Ο ποταμός αυτός αποτελεί ακένωτη πλουτοπαραγωγική πηγή της χώρας στην οποία έχει δώσει το όνομα του. Ο Παραγουάης, που είναι πλωτός σε όλο το μήκος της διαδρομής του, αποτελεί θαυμάσια οδό εσωτερικής ναυσιπλοΐας.
Η πλατεία της Ανεξαρτησίας στην Ασουνσιόν.
Αεροφωτογραφία του Κονσεπσιόν της Παραγουάης. (φωτ. NASA, earth.jsc.nasa.gov).
Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Παραγουάης Συντομευμένη ονομασία: Παραγουάη Έκταση: 406.750 τ.χλμ Πληθυσμός: 5.884.491 (2002) Πρωτεύουσα: Ασουνσιόν
Ινδιάνοι Γκουαρανί με χαρακτηριστικές ενδυμασίες.
Οι θεαματικοί καταρράκτες της Γκουαϊρά (Σέτε Κέδας), που διακόπτουν το ρου του Ρίο Παρανά στα σύνορα με τη Βραζιλία και την Παραγουάη.
Ο Χοσέ Γκασπάρ Ροντρίγκες Φράνσια, εμψυχωτής της αντίστασης των Παραγουανών πατριωτών ενάντια στις κατακτητικές απαιτήσεις της Αργεντινής. Ανακύρηξε το Μάιο του 1811 την ανεξαρτησία της χώρας, της οποίας ηγήθηκε ως το θάνατό του, το 1840.
Δείγμα της τέχνης των Γκουαρανί.
Χαρακτηριστικά σπίτια στην Καακουπέ.
Δρόμος της Κορονέλ Οβιέδο με χαρακτηριστικό κτίριο της αποικιοκρατικής εποχής.
Ο καθεδρικός ναός της Ανουνσιόν.
Χαρακτηριστικό δείγμα της αρχιτεκτονικής που ακολούθησε η Παραγουάη, πολύ διαφορετικό από τις άλλες νοτιοαμερικάνικες χώρες.
Dictionary of Greek. 2013.